Το παρακάτω κείμενο είναι η δικιά μου διασκευή του κόμικ του Μιχάλη Διαλυνά «myosotis alpestris«. Η ιδέα δεν είναι δικιά μου, απλά κάνω διασκευή – απόδοση σε γραπτό λόγο. [‘Ετσι δοκιμάζω και κατά πόσο μπορώ να το κάνω 😉 ]
Alaska’s state flower, the wild native Alpine forget-me-not (Myosotis alpestris), grows well throughout Alaska in open, rocky places high in the mountains. You will see the diminutive alpine forget-me-not in midsummer, and perhaps one of several other varieties in Alaska (such as mountain and splendid forget-me-nots). Alpine Forget-me-nots belong to one of the few plant families that display true blue flowers.
Ήταν ένα ζεστό μεσημέρι Ιουλίου. Στο μικρό ορεινό χωριό υπήρχε ηρεμία και ησυχία παντού. Παντού; Όχι, 2 παιδάκια η Σοφία και ο Γιώργος έπαιζαν στο άδειο χωράφι δίπλα από την πλατεία. Κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Τα γέλια τους και οι φωνές τους ήταν μελωδία μέσα στην μεσημεριάτικη σιωπή. Από το πολύ τρέξιμο, τα παιδιά κουράστηκαν και κάθισαν δίπλα στην μοναδική βρύση του χωραφιού για να ξεκουραστούν και να δροσιστούν.
Σοφία: Αυτό το χωράφι έχει κάτι το παράξενο! Ενώ όλα τα υπόλοιπα χωράφια, ακόμη και τα παραμελημένα έχουν κάποια φυτά και χόρτα αυτό εδώ είναι τελείως ξερό.
Γιώργος: Ναι, δεν είναι τυχαίο! Υπάρχει μια πολύ λυπητερή ιστορία που συνέβη ακριβώς εδώ.
Σοφία: Αλήθεια; Δεν μου λες ψέματα;
Γιώργος: Ναι, έχει περάσει πάρα πολύς καιρός. Και δεν ξέρω αν θέλεις να την ακούσεις…
Σοφία: Έλα! Πες μου! Μην με κρατάς σε αγωνία!
Έκατσαν κατάχαμα πλάι πλάι, και κοίταζαν το εγκαταλελειμμένο σπίτι στην γωνία του χωραφιού. Ο Γιώργος άρχισε να περιγράφει ότι θυμόταν από της ιστορίες που άκουσε:
Πριν από πάρα πολύ καιρό, το σπίτι αυτό που βλέπεις ήταν από τα μεγαλύτερα και ομορφότερα του χωριού. Το έχτισε ολομόναχος ένας νεαρός άντρας (το όνομά του δυστυχώς μου διαφεύγει) για να ζήσει με την αγαπημένη του. Το πρώτο πράγμα που έκαναν αφού παντρεύτηκαν ήταν να εγκατασταθούν εδώ. Ο άντρας αγαπούσε πάρα πολύ την γυναίκα του. Προσπαθούσε κάθε μέρα να της κάνει την ζωή καλύτερη και ομορφότερη. Εργαζόταν σκληρά για να μπορεί να φέρνει φαΐ στο σπίτι, τα απογεύματα ασχολιόταν με το σπίτι και τον κήπο. Ειδικά με τον κήπο έβαζε ιδιαίτερο κόπο, ήθελε να ήταν τόσο όμορφος που όταν η αγαπημένου του θα κοιτούσε έξω από το παράθυρο να έβλεπε τον παράδεισο. Τα είχε σχεδόν καταφέρει! Ο κήπος του ήταν πανέμορφος, δεν συγκρινόταν με κανένα άλλο στο χωριό. Ότι χρώμα μπορούσες να φανταστείς υπήρχε κάποιο δέντρο, θάμνος, λουλούδι που θα το είχε. Οι εποχές άλλαζαν το χρώμα του κήπου, αλλά πάντα ήταν όμορφος. Ένα καλοκαίρι, καθώς ασχολιόταν με τον κήπο, συνάντησε δύο αρουραίους στο χωράφι που άρχισαν να του μιλάνε! Του έλεγαν κουβέντες όπως «την ξέχασες», «δεν σ’ αγαπούσε», «θάνατος». Δεν πίστευε στα αυτιά του! Τρέχει γρήγορα μέσα στο σπίτι, ανεβαίνει τις σκάλες και βλέπει την αγαπημένη του νεκρή μέσα στο μπάνιο! Είχε αυτοκτονήσει!!! Ο άτυχος άντρας έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη! Δεν ήξερε τι να κάνει! Όλη αγάπη, η φροντίδα, η προσπάθεια που είχε κάνει έπνιγαν την αγαπημένη του! Μέσα στον θυμό του, κατέστρεψε τα πάντα και καταράστηκε το μέρος! Στο τέλος, δεν άντεξε και αυτός και έδωσε και αυτός ένα παρόμοιο τέλος στην ζωή του…
Η Σοφία δάκρυσε! Δεν ήξερε τελικά αν ήθελε να ακούσει την ιστορία ή όχι. Κοίταξε την ξεραΐλα που υπήρχε γύρω της, το εγκαταλελειμμένο σπίτι. Ακούμπησε το χέρι της στο έδαφος και σκέφτηκε: «Συγχωρεμένος να είσαι! Δεν ήταν δικό σου λάθος!». Σκούπισε τα δάκρυα της, και έφυγε τρέχοντας από το χωράφι για να βρει κάτι άλλο να παίξει. Εκείνη την στιγμή, ένα λουλουδάκι με έντονα μπλε άνθη φύτρωσε στον χωράφι…
Υπέροχη ιστορία!!